Ευφροσύνη
Χαστούπη - Παρούση
Γεννημένη στην Κόρινθο, η ζωγράφος ξεκινά την
περιπέτειά της στο χώρο της τέχνης, σπουδάζοντας στην Αθήνα,
τη Ρώμη και το Μπάρι. Το φυσικό έντονο φως και η παράδοση
την οδηγούν σε μια ζωγραφική ακροβασία μεταξύ κυκλαδίτικου
πολιτισμού και βυζαντινής τεχνικής. Απόρροια μια τεχνική
αντικατάσταση της πέτρας του ψηφιδωτού από λάδι, χρυσό και
ασήμι. Η αναζήτηση του χαμένου κρίκου για τον Ελληνικό
πολιτισμό – λόγω τουρκοκρατίας – την οδηγούν στη μελέτη των
μεγάλων ρευμάτων και καλλιτεχνών στην Ιταλία. Μπαρόκ,
Αναγέννηση,
Michelangelo,
Rafaello,
αποκαλύπτονται στη ζωγράφο. Άνθρωποι της τέχνης όπως ο
Gatt
– πρύτανης της ακαδημίας καλών τεχνών της Ρώμης της δείχνουν
το δρόμο του νεομαντερισμού. Σύγχρονοι μεγάλοι Ιταλοί
ζωγράφοι όπως ο
Bruno d’
Arcevia
και ο Renato
Nosek την
διδάσκουν τα μυστικά των επάλληλων χρωματικών στρωμάτων (vellatura)
και την πλαστικότητα του ιταλικού νεομαντερισμού. Κάθε
πινελιά πλέον ανοίγει μονοπάτια γνώσης στην τέχνη, οριοθετεί
χωρίς να περιορίζει χρησιμοποιώντας την τέχνη ως όχημα
ανάμεσα στην φαντασία του ονείρου και το χρόνο.
Ο Βάσος Κουντουρίδης, Τεχνοκριτικός, αναφέρει: «Εργάζεται
αθόρυβα πάντοτε με ένα ζωντανό γνώρισμα την χρωματική
ευαισθησία και τις αρμονικές γκάμες που αιχμαλωτίζουν την
όρασή μας με άριστο σχεδιασμό του θέματος και σωστή δομή της
συνθέσεως. Πάντοτε με καλοζυγισμένο χρωματισμό με ευγενικές
αποχρώσεις».
Η
Patricia O’
Neil
Arvanitidis,
καθηγήτρια Πανεπιστημίου Βοστόνης, Ιστορικός Τέχνης,
σχολιάζοντας το έργο της Ευφροσύνης μεταξύ άλλων αναφέρει:
«Η δουλειά της Ευφροσύνης Χαστούπη – Παρούση παρουσιάζει
μια σπάνια ευαισθησία στη γυναικεία ομορφιά και τον αγγελικό
της ρόλο. Η προσωπική ομορφιά της Ευφροσύνης ξεπηδά ακόμα
και μέσα από τους τόνους των φιγούρων της. Τα όμορφα ζεστά
χρώματα της σιεννάς, της ώχρας και του μεταλλικού χρυσού
συνδυασμένα με το ζωηρό πράσινο και μπλε του «μπουκαλιού»
καθρεφτίζονται και ζουν στα έργα της αιχμαλωτίζοντας την
όρασή μας. Μου αρέσουν οι συνδυασμοί των θεμάτων της
Ευφροσύνης, γιατί βασίζονται σ’ ένα ιστορικό και ένα
ακαδημαϊκό υπόβαθρο. Η Ευφροσύνη χειρίζεται επιδέξια όχι
μόνο τις βασικές αρχές του σχεδίου αλλά και αυτές της
δημιουργικής φαντασίας. Η δουλειά της είναι αληθινά
αυθεντική».
H
Εφροσύνη αναφέρει για τη τέχνη. «Ο αληθινός καλλιτέχνης
είναι ένας άνθρωπος που ζει με πληρότητα, αρμονικά, που δεν
ξεχωρίζει την τέχνη του από την ζωή του. Η ζωή του είναι η
έκφραση της τέχνης του, είτε είναι μια εικόνα είτε η
συμπεριφορά του. Ένας άνθρωπος που την έκφρασή του επάνω
στον μουσαμά ή στην πέτρα, δεν τη χωρίζει από την καθημερινή
του διαγωγή και την επιθυμία της αναζήτησης που γίνεται
άθελά του καθημερινός τρόπος ζωής.
Μέσα από την ύπαρξη της δημιουργικής σκέψης χωρίς την
παρεμπόδιση της καθημερινότητας και την μέγιστη επιδίωξη του
απώτερου σκοπού δηλαδή την εκπλήρωση του οράματος της τέχνης
παρουσιάζω την καινούργια μου δουλειά. Αυτό που πρωτίστως
ενδιαφέρει είναι ο άνθρωπος. Να δούμε μέσα σε ποιο
καλλιτεχνικό σχέδιο εντάσσεται, ποια είναι εν τέλει η
εικαστική χρήση ή ιδέα που υπηρετεί το συγκεκριμένο θέμα.
Η θέση μου δεν είναι μόνο να τοποθετήσω τον άνθρωπο μόνο σε
εξαϋλωμένους κόσμους, απεναντίας τον τοποθετώ έτσι ώστε να
εμβαθύνει σε ότι ονομάζεται «πραγματικό» να συνειδητοποιεί
ολοένα πιο καθαρά τον αισθητό κόσμο.
Οι σκέψεις, τα συναισθήματα και τα όνειρα έχουν ισότιμα την
ικανότητα να στέκονται μέσα στη ζωή και να την επηρεάζουν.
Τα στοιχεία της φύσεως που συνυφαίνονται με την ανθρώπινη
ύπαρξη στα έργα μου, δίνουν την δυνατότητα κάθε διαφορετικής
ερμηνείας.
Η μικτή τεχνική της τοιχογραφίας και του καμβά μου ανοίγουν
δρόμους πολυδιάστατους να τους διαβώ και να τους εξερευνήσω.
Η ωριμότητα της αναγεννησιακής πινελιάς με χαρακτηρίζει και
το χρώμα ακολουθεί και συμπληρώνει την εικόνα μιας
καλλιτέχνιδος που πολύ αγάπησε την τέχνη του Μιχαήλ Άγγελου.
Για να καταλάβει κάποιος τη ζωγραφική δεν χρειάζονται
στεγνές γνώσεις, αλλά καλλιέργεια και δεν απαιτείται γενική
μόρφωση αλλά ατομική παιδεία. Κυρίως χρειάζεται επαρκείς
συναισθηματικός χώρος για να δραπετεύσει κανείς μέσα στα
όνειρά του.
Για να υποταχθεί στο ζωτικό ψεύδος, προς μιαν απεικόνιση της
ζωής, στην ποιητική διάστασή της, επειδή «χαίρειν τοις
μιμήμασιν πάντας».
|